Το reboot του Hellboy ήταν γεγονός εδώ και πολύ καιρό. Οι fans των προηγούμενων ταινιών είχαν πάρει εδώ και καιρό απόφαση ότι δεν επρόκειτο να υπάρξει μεγάλη συγγένεια με τις ταινίες που αγαπήσανε. Οι fans του κόμικ από την άλλη, πολύ λιγότεροι το αριθμό, δεν χρειάζονται κανένα wanna-be blockbuster για να τους υπενθυμίσει τι αγαπούν σε αυτό το τόσο ιδιαίτερο δημιούργημα του θρυλικού κομίστα Mike Mignola. Ελπίζω το νέο κοινό που θα μαζέψει η ταινία να μην έχει την εντύπωση που μου προκάλεσε ο τελευταίος κινηματογραφικός Hellboy.

Με μία λέξη; Υστερία. Με πολλές; Άλλο ένα παράδειγμα υπερ-ηρωικής ταινίας που οι παραγωγοί μπαίνουν στο προσκήνιο για να ‘νοθεύσουν’ την καλλιτεχνική δημιουργία.
Σε προηγούμενο review για τo sequel του Fantastic Beasts, μίλησα για τη μάστιγα των παραγωγών που συγκρούονται με τους δημιουργούς για το τελικό αποτέλεσμα, με αποτέλεσμα ένα ανισόρροπο, κακοφτιαγμένο τέρας του Frankenstein για ταινία. Και εντάξη θεωρητικά ταιριάζει το ‘τερατώδες’ concept στον Hellboy, έναν δαίμονα από την Κόλαση που μεγαλώνει και ανατρέφει ο Professor Broom ως επικεφαλής του ‘Bureau for Paranormal Research & Defense’ για να κυνηγά και να εξολοθρεύει όλες τις υπερφυσικές απειλές που προκύπτουν. Ως εδώ καλά, όμως δεν πιστεύω ότι κάποιος θεατής ήταν έτοιμος για τον κυκεώνα εμφάνισης χαρακτήρων, παράλληλων ιστοριών και κυνηγητού από μέρος σε μέρος που κυριολεκτικά έφτυσε στα μούτρα μας η ταινία συνεχόμενα για δύο ώρες!

Πάνε λιγότερο από 24 ώρες που την είδα και πραγματικά δυσκολεύομαι να βάλω τα γεγονότα και τις σκηνές σε μία σειρά, οι περισσότεροι χαρακτήρες διαγράφονται ήδη από τη μνήμη μου καθώς δεν πρόλαβαν να κάνουν τίποτα το αξιοσημείωτο. Ήταν οφθαλμοφανές ότι το editing δεν είχε γίνει με τα συμβατικά μέσα, αλλά μάλλον με μπαλτά μεγέθους Εξκάλιμπερ, σαν αυτό που κραδαίνει σε φάσεις ο Hellboy της ταινίας. Οι περισσότερες σκηνές μοιάζουν μισοτελειωμένες πριν μεταπηδήσουν στην επόμενη και πολλά σημεία υπερ-εξηγούνται με φανερό τον φόβο από πλευράς της παραγωγής ότι μέσα στο χαμό θα επέλθει η σύγχυση στους θεατές.

Είναι παράλληλα κρίμα να βλέπεις πηγαία ταλέντα σαν τον David Harbour (Stranger Things) και Ian McShane (American Gods) να καταφέρνουν να επιπλέουν λίγο στον ‘αφρό’ χάρη στον επαγγελματισμό τους. Ο Harbour ειδικά είχε το βαρύ φορτίο να ενσαρκώσει τον Hellboy μετά από τις εμβληματικές, σαρδόνιες αλλά παράλληλα ρομαντικές ερμηνείες του Ron Perlman, ο οποίος έχει συνυφαστεί με το χαρακτήρα και όχι άδικα. Παρ’όλαυτά ο Harbour κατάφερε να δώσει μία εναλλακτική οπτική στον χαρακτήρα, ίσως την εκρηκτική ‘εφηβική’ του φάση, σε σύγκριση με εκείνον του Perlman, που με έκανε να γελάσω ουκ ολίγες φορές με το επίσης βιτριολικό του χιούμορ.

Το χιούμορ βέβαια στην ταινία προσπαθεί γενικότερα να αναδειχτεί και χάνει σε πολλά σημεία, καθώς είναι χιούμορ του γηπέδου, με υπερβολικές βρετανικές προφορές από τους ηθοποιούς και σίγουρα θα ταίριαζε περισσότερο σε ταινίες τύπου Guy Ritchie (‘Δύο Καπνισμένες Κάννες’ και ‘Rock n Rolla’). Καμία σχέση δηλαδή με το είδος του action horror. Να προσθέσω επίσης ότι τα cgi εφέ της ταινίας είναι τρομερά άνισα απέναντι στην καταπληκτική δουλειά στα animatronics και τα κουστούμια της.

Όλες αυτές οι παρατηρήσεις δεν μπορούν παρά να με αναγκάσουν να συγκρίνω το νέο Hellboy, με τις προηγούμενες του σκηνοθέτη Guillermo Del Torro, αρχιμάστορα αυτού του είδους ταινιών (βλ. Blade II), που πραγματικά προσέγγισε το κόμικ με την ευαισθησία κάποιου, που είναι fan του είδους με συμπαγές καλλιτεχνικό όραμα παράλληλα. Ο Neil Marshall δεν ξέρω αν χάνει σε όλα τα σημεία απέναντι στον Del Torro λόγω των ικανοτήτων του ή από το ‘χέρι’ που του βάλανε τρίτοι σε όλα τα επίπεδα της παραγωγής. Είναι πλέον διαδεδομένο στα media ότι τα γυρίσματα της ταινίας αποτέλεσαν έναν εφιάλτη, με σενάρια που άλλαζαν την ώρα των γυρισμάτων, με τους παραγωγούς να κοντράρουν και να αψηφούν τον σκηνοθέτη σε κάθε βήμα και λεπτομέρεια, ενώ αυτός με τη σειρά του προσπαθούσε να αλλάξει πράγματα κάτω από τη μύτη τους, μια πραγματική κατάσταση ‘σαπουνόπερας’ δηλαδή.

Μπόρεσα να διακρίνω μόνο ψήγματα του αυθεντικού Marshall, ενός σκηνοθέτη, λάτρη της 80’s τύπου,  σοκαριστικής gore αισθητικής (οι σκηνές μάχης με τους τρεις γίγαντες έχουν απίστευτο action fun), γνωστού για τις καλοστημένες, κλειστοφοβικές horror b-movies του (‘Dog Soldiers’ και ‘Descent’). Πάραυτα είναι φανερό ότι o Hellboy του, ασφυκτιά και δεν είναι από τους καπνούς και τα καζάνια της Κόλασης.

Advertisement

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

eighteen + 16 =